- γενεαλόγου
- γενεᾱλόγου , γενεάλογοςgenealogistmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Στεφανόπολις — Επώνυμο γνωστής στους χρόνους της τουρκοκρατίας οικογένειας της Μάνης, της οποίας πολλά μέλη, το 1675 1676, εγκαταστάθηκαν στην Κορσική. Αναφέρεται και ως Στεφανόπουλος. Τα μέλη της οικογένειας αυτής πήραν το επώνυμο Στεφανόπουλος από το… … Dictionary of Greek